το ιστολόγιο της Στάμου Ευαγγελίας, φιλολόγου, επιμορφώτριας ΤΠΕ
Photo Album: Άγγελου Καλογερίδη

Σάββατο 15 Ιανουαρίου 2011

Μαρία Πολυδούρη

Ο μύθος που δημιουργήθηκε γύρω από το πρόσωπο της Μαρίας Πολυδούρη δεν οφείλεται μόνο στην ερωτική της ιστορία με τον Κώστα Καρυωτάκη.

"Ρομαντική ως προς τις ιδέες της, φιλελεύθερη ως προς τα πολιτικά της φρονήματα, εύθραυστη σε κάθε φορτισμένο συναισθηματικά γεγονός και ριζοσπαστική στις κοινωνικές της αντιλήψεις, η Πολυδούρη στα 28 μόλις χρόνια που έζησε, πρόλαβε μέσα από το έργο της να διαιωνήσει τη μνήμη της πληρώνοντας ένα πολύ σκληρό τίμημα, την ίδια της τη ζωή".

Γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1902 στην Καλαμάτα και πέθανε σε ηλικία 28 ετών από φυματίωση, στις 29 του Απρίλη του 1930, όπως τόσο τραγικά προφήτεψε:

Θα πεθάνω μιαν αυγούλα μελαγχολική τ' Απρίλη

Τερματίστηκε έτσι η ζωή μιας γυναίκας "που την ξόδεψε με γενναιοδωρία σ` ό,τι τη συγκινούσε, που πάλεψε και νίκησε την πλήξη, που αντιστάθηκε στα ηθικά πρότυπα της εποχής της, που αφοσιώθηκε με πάθος για ν` αγγίξει το απόλυτο".
 Έζησε σε μια εποχή "δραματική" και "συκοφαντημένη", κατά την άποψη του Άγγελου Τερζάκη, που υπερασπίστηκε τη νεολαία της δραματικής δεκαετίας του `20.

Λένε πως ήταν μια εποχή ηττημένη (...) Ηττημένη; Θα την πω καλύτερα δραματική (...) Μέσα στα μουχλιασμένα δημόσια γραφεία στρατολογείται μια νεολαία που θα πιστέψει με πάθος στην κοινωνική δικαιοσύνη, θα στρώσει με τα κορμιά της τους τραγικούς δρόμους της (...) Ποίηση, κοινωνική επανάσταση, έρωτας, μπερδεύονταν στο μυαλό μας, έκαναν την περπατησιά μας ζαλισμένη και σαν υπνοβατική (...).
Άγγελος Τερζάκης, "Ο ματωμένος λυρισμός"
Πιστεύω πως, όχι κάθε γενιά (όπως συχνά λέγεται) αλλά κάθε συνωμοταξία ανθρώπων, έρχεται μ` ένα δικό της αστέρι στη ζωή, στρατεύεται κάτω από το σημείο του (...) Η νεολαία εκείνη που θερίστηκε γύρω μου τότε (δηλαδή στα 1925-1930), που την ήπιε σα σταγόνα νερό ένας θανάσιμος ήλιος, η επαρχία, η φτώχεια, η καταδίωξη, η εξορία, η αρρώστια, η αστοχία, η προδοσία των άλλων, είχε ένα δράμα εσωτερικό. Και το δράμα είναι το μόνο που καταξιώνει τον άνθρωπο ηθικά, τον κάνει αξιοσέβαστο. Μπορεί να έχεις τάλαντο και να πετύχεις, τύχη και να ευνοηθείς, καπατσοσύνη και να επιπλεύσεις, πλάτες και να ξεκινήσεις. Μπορεί να μπεις στη φωτεινή ζώνη μόνο και μόνο επειδή σ` ευνόησαν οι εξωτερικές συνθήκες στην αφετηρία σου.

Μα εγώ θα γράψω μια λυπητερή
μπαλάντα στους ποιητές άδοξοι που `ναι.


Αναθυμάμαι όχι μόνο τους ποιητές μας, αναθυμάμαι τους στρατευμένους στην κοινωνική επανάσταση: Ήταν θεωρητικά αισιόδοξοι, ψυχικά όμως, δίχως να το ξέρουν , απεγνωσμένοι της αισιοδοξίας. Δε δίνεις τη ζωή σου, τα νιάτα σου, την υγειά σου, όταν όλα τα βλέπεις ωραία. Χρειάζεται μια τραγική προδιάθεση για να γίνεις παρανάλωμα ενός ονείρου. Και το τραγικό πνεύμα μπορεί να είναι λυτρωμένο, δεν είναι όμως ποτέ μακάριο.

Άγγελος Τερζάκης, "Η ανώνυμη ιστορία"


(Κώστας Καρυωτάκης "Τι νέοι που φτάσαμεν εδώ..."
από τη συλλογή Ελεγεία και Σάτιρες, 1927)

Το 1922 η Πολυδούρη συναντά τον Καρυωτάκη που είναι ήδη καταξιωμένος στο μικρό πνευματικό κύκλο της πρωτεύουσας.
Το νομαρχιακό γραφείο όπου είχε πάει για να πιάσει δουλειά η Μαρία Πολυδούρη, καινουργοφερμένη από την Καλαμάτα της, είναι σκονισμένο, νυσταλέο και κακομούτσουνο, στεγάζει φουκαράδες υπαλλήλους που έχουν για όνειρο φυγής τη βραδυνή πρέφα. Κι όμως ανάμεσα σε τέτοιο κόσμο, πίσω από τραπέζι πληχτικό κάθεται ο Κώστας Καρυωτάκης.

Άγγελος Τερζάκης, "Ο ματωμένος λυρισμός"

Ο έρωτάς της με τον Καρυωτάκη θα έχει πολλές διακυμάνσεις. Στις 3 Μαΐου 1922 γράφει στο ημερολόγιό της.

Τον αγαπώ, τον αγαπώ, καμμιά αμφιβολία πια! (...) Απελπισμένε μου ποιητή θα σε αγαπήσω άραγε όσο θέλω ν` αγαπήσω, όσο σου πρέπει;


Η Λιλή Ζωγράφου στο βιβλίο της "Κώστας Καρυωτάκης Μαρία Πολυδούρη, Η αρχή της αμφισβήτησης" αναφέρει πως μετά τον τραγικό θάνατο του Καρυωτάκη, "όταν η Μαρία βεβαιώνεται πως χάνει οριστικά το αντικείμενο του έρωτα, ερωτεύεται τη θλίψη της για την απώλειά του και την αφήνει να θεριέψει σα δεντρί απάνω στον τάφο. Το πάθος της αυτό θα της εμπνεύσει μερικά από τα ωραιότερα ερωτικά τραγούδια που `χουν γραφτεί. Ασύγκριτος κι αναντικατάστατος θα μείνει ο Καρυωτάκης για τη Μαρία. Κι ο έρωτάς τους η μοναδική δικαίωση της ζωής της, όπως λέει στο "Μόνο γιατί μ` αγάπησες".


Δεν τραγουδώ, παρά γιατί μ' αγάπησες
στα περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ' αγάπησες.

Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου
μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,
μόνο γι' αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο
κι έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,
μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.

Μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν
με την ψυχή στο βλέμμα,
περήφανα στολίστηκα το υπέρτατο
της ύπαρξής μου στέμμα,
μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν.

Μόνο γιατί μ' αγάπησες γεννήθηκα
γι' αυτό η ζωή μου εδόθη
στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
μένα η ζωή πληρώθη.
Μόνο γιατί μ' αγάπησες γεννήθηκα.

Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ' αγάπησες
έζησα, να πληθαίνω
τα ονείρατά σου, ωραίε, που βασίλεψες
κι έτσι γλυκά πεθαίνω
μονάχα γιατί τόσο ωραία μ' αγάπησες.

(από τη συλλογή Οι τρίλιες που σβήνουν, 1928)

Σπάνια, μα πολύ σπάνια αποδόθηκε από γυναίκα τόσο αριστουργηματικά τόσο ανάλαφρα, αέρινα, το ερωτικό αίσθημα (...) Αμφιβάλλω αν στη νεοελληνική λογοτεχνία υπάρχουν πολλοί στίχοι σαν αυτοί. Θα προσέξατε βέβαια την λυρικήν έξαρση, τις θαυμαστές εικόνες, το πλούσιο χρώμα και την ηχητικότητα των στίχων. Μια αρμονία αβίαστη, γαλήνια, πηγάζει από το τραγούδι αυτό, το τόσο βαθειά ανθρώπινο και υποβλητικό. Γι αυτό τα ποιήματα της Μαρίας Πολυδούρη θα ζήσουν, διότι, καθώς ορθά έγραψε ο Κώστας Ουράνης "το παράπονό της ενώνεται με το αιώνιο παράπονο της ανθρωπότητος κάθε φορά που αντικρύζει την παγερή εκμηδένηση του θανάτου. Τις κραυγές της τις διαπερνάει η ίδια πνοή της τραγωδίας που δονεί το παράπονο της Αντιγόνης σαν αποχαιρετάει τη ζωή και το "θείο φως".

Δεν υπάρχουν σχόλια: