το ιστολόγιο της Στάμου Ευαγγελίας, φιλολόγου, επιμορφώτριας ΤΠΕ
Photo Album: Άγγελου Καλογερίδη

Τετάρτη 21 Μαρτίου 2012

Ἐν ἀρχῇ ἦν ἡ ποίησις

21η Μαρτίου. Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, ημέρα της εαρινής ισημερίας και αρχή της άνοιξης.

Η ποίηση συντρόφευε τον άνθρωπο από το αρχέγονο στάδιο του κυνηγού-συλλέκτη της νεολιθικής εποχής και συνεχίζει να τον συντροφεύει μέχρι σήμερα. Υπό τις παρούσες κοινωνικές συνθήκες η ποίηση και ο επικαιρικός χαρακτήρας των στίχων που εκφράζουν τη γύρω μας πραγματικότητα, γίνονται συνθήματα και έκφραση Διαμαρτυρίας ενάντια στην Κρίση.

                                    Άλλωστε, τι
θαρρείς πως στο βάθος είναι η ποίηση; Είναι η γύρη
των πραγμάτων του σύμπαντος. Η γύρη σε πράξεις,
η γύρη σε οδύνη, σε φως, σε χαρά, σε αλλαγές,
σε πορεία, σε κίνηση.
                                  Η ζωή κ` η ψυχή
σ` ένα αιώνιο καθρέφτισμα μέσα στο χρόνο.

Τι νομίζεις, λοιπόν. κατά βάθος η ποίηση
είναι μια ανθρώπινη καρδιά φορτωμένη
              όλο τον κόσμο.

Νικηφόρος Βρεττάκος, Ο κόσμος και η ποίηση, από την ποιητική συλλογή Το βάθος του κόσμου



Πόσο δύσκολη είναι η κατανόηση της ποίησης;

Ο Οδυσσέας Ελύτης στο κείμενό του "Ποιητική νοημοσύνη" στα "Ανοιχτά χαρτιά" γράφει:
Κάθε μέρα που περνάει με κάνει ολοένα και περισσότερο να πιστεύω πως η κατανόηση της ποίησης είναι κάτι το εντελώς άσχετο με όσα κάτω από το γενικό τίτλο "πνευματικά προσόντα" εξασφαλίζουν, όταν υπάρχουν, στον κάτοχό τους κοινωνικές επιτυχίες και θαυμασμούς. Η κατανόηση αυτή είναι πολύ περισσότερο ζήτημα μιας άλλης ικανότητας, που θα μπορούσαμε ίσως να ονομάσουμε ποιητική νοημοσύνη. Η ποιητική αυτή νοημοσύνη μπορεί να λείπει από τους παντογνώστες, κι ωστόσο να κατοικεί μέσα στον πιο απλό άνθρωπο. Μπορεί, δεν ξέρω, να στηρίζεται σε μια σωστή συναισθηματική και ψυχική αγωγή, να έχει σχέση με την ύπαρξη μιας καλής ποιότητας ευαισθησίας με την παρουσία μιας ανάγκης πραγματικής για ποιητικό πέταγμα.

Πατρίδα μου

Κρύος βοριάς κατέβαινε
νύχτα από την Ακρόπολη
κι απ' τα λουλούδια που περνά
κλαίει και λέει βυζαντινά:
Πατρίδα μου
σε παίξανε στα ζάρια βερεσέ!

Κλαίει τ`  Αντρούτσου το κορμί
σαν τη βαθιά τη θάλασσα
βρε πως αλλάξαν οι καιροί
και μας δικάζουν Βαυαροί:
Πατρίδα μου
σε παίξανε στα ζάρια βερεσέ!

Τα χρόνια σαν πετρώματα
ήρθαν και μας σκεπάσανε
και τώρα πως να θυμηθώ
σπίτια κι ανθρώπους στο βυθό:
Πατρίδα μου
σε παίξανε στα ζάρια βερεσέ!

Ω! πίκρα της απόγνωσης
άνθισες μες στον ύπνο μας
κι άγνωστοι ξένοι ναυαγοί
γίναμε στη δική μας γη:
Πατρίδα μου
σε παίξανε στα ζάρια βερεσέ!


Το βίντεο δημιουργήθηκε για τη σχολική μας γιορτή της 25ης Μαρτίου. Η μουσική είναι του Μίκη Θεοδωράκη και οι στίχοι  του  Μιχάλη Μπουρμπούλη. Τραγουδά η παιδική χορωδία του Δημήτρη Τυπάλδου. Το τραγούδι είναι από το cd  Τρελοβάπορο, που κυκλοφόρησε το Μάιο του 2010. 
Οι στίχοι του τραγουδιού συνομιλούν με στίχους από την ποιητική συλλογή του Νικηφόρου Βρεττάκου "Το βάθος του κόσμου" (1961) και το ποίημα  "Πατρίδα των καιρών"  του Γιώργου Δουατζή (2010). Στη μικρογραφία  εμφανίζεται η εικαστική δημιουργία του Βατανίδη Στάθη με τίτλο "Πόλεμος είναι σου λέω", από το βιβλίο - ποίημα "Πατρίδα των καιρών" του Γιώργου Δουατζή. Το έργο αυτό καθώς και άλλα  που υπάρχουν στο βίντεο προέρχονται από την Έκθεσης Ζωγραφικής "Χρώμα στην Πατρίδα των Kαιρών". Πρόκειται για ένα εικαστικό-ποιητικό γεγονός, στο οποίο εικοσιτέσσερις ζωγράφοι και τριάντα πέντε νέοι δημιουργοί, σπουδαστές της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών Αθήνας, καταγράφουν με έργα τους την δραματική κατάσταση που ζει η χώρα μας σήμερα.

Αυτοσχέδιες συρραφές μικρών αποσπασμάτων έγιναν  από τα βίντεο

Κυριακή 11 Μαρτίου 2012

Γιώργος Ιωάννου "Στου Κεμάλ το σπίτι". Ένα λογοτεχνικό υπερκείμενο

Δείτε   και ακούστε::  http://images.yudu.com/item_files/489619/461d50507/karezi.mp3

αρχείο ήχου: Θεατρική παράσταση Το μεγάλο μας τσίρκο. Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος. Τραγούδι: Νίκος Ξυλούρης. Στίχοι: Ι. Καμπανέλλης. Ο "ξεριζωμός", αποκαλυπτικός θρήνος για τη Μικρά Ασία με τη Τζένη Καρέζη.

Γιώργος Ιωάννου, Στου Κεμάλ το σπίτι

        Δεν ξαναφάνηκε η μαυροφορεμένη εκείνη γυναίκα, που ερχόταν στο κατώφλι μας κάθε χρονιά, την εποχή που γίνονται τα μούρα, ζητώντας με ευγένεια να της δώσουμε λίγο νερό απ' το πηγάδι της αυλής. Έμοιαζε πολύ κουρασμένη, διατηρούσε όμως πάνω της ίχνη μιας μεγάλης αρχοντικής ομορφιάς. Και μόνο ο τρόπος που έπιανε το ποτήρι, έφτανε για να σχηματίσει κανείς την εντύπωση πως η γυναίκα αυτή στα σίγουρα ήταν μια αρχόντισσα. Δίνοντάς μας πίσω το ποτήρι, ποτέ δεν παρέλειπε να μας πει στα τούρκικα την καθιερωμένη ευχή, που μπορεί να μην καταλαβαίναμε ακριβώς τα λόγια της, πιάναμε όμως καλά το νόημά της: "Ο Θεός να σας ανταποδώσει το μεγάλο καλό". Ποιο μεγάλο καλό; Ιδέα δεν είχαμε.
       Καθόταν ήσυχα για ώρα πολλή στο κατώφλι της αυλής, κι αντί να κοιτάζει κατά το δρόμο ή τουλάχιστο κατά το πλαϊνό σπίτι του Κεμάλ, αυτή στραμμένη έριχνε κλεφτές ματιές προς το δικό μας σπίτι, παραμιλώντας σιγανά. Πότε πότε έκλεινε τα μάτια και το πρόσωπό της γινόταν μακρινό, καθώς συλλάβιζε ονόματα παράξενα. Εμείς, πάντως, δεν παραλείπαμε να της δίνουμε μούρα απ' την ντουτιά, όπως άλλωστε δίναμε σ' όλη τη γειτονιά και σ' όποιον περαστικό μας ζητούσε. Η ξένη τα έτρωγε σιγανά, αλλά με ζωηρή ευχαρίστηση. Δε μας φαινόταν παράξενο που της άρεζαν τα μούρα μας τόσο πολύ. Το δέντρο μας δεν ήταν από τις συνηθισμένες μουριές, απ' αυτές που κάνουν εκείνα τα άνοστα νερουλιάρικα μούρα. Το δικό μας έκαμνε κάτι μεγάλα, ξινά σα βύσσινα, και πολύ κόκκινα στο χρώμα. Ήταν ένα δέντρο παλιό και τεράστιο, τα κλαδιά του ξεπερνούσαν το δίπατο σπίτι μας. Μοναχά ένα κακό είχε∙ τα φύλλα του ήταν σκληρά και οι μεταξοσκώληκές μου δεν μπορούσαν να τα φάνε. Ήταν, πάντως, δέντρο φημισμένο σ' όλο το Ισλαχανέ κι ακόμα πιο πέρα.
       Την πρώτη φορά που είχε καθίσει η άγνωστη γυναίκα στο κατώφλι μας, δε σκεφτήκαμε να της προσφέρουμε μούρα, όμως σε λίγο μας ζήτησε η ίδια λέγοντας πως ήθελε να φυτέψει το σπόρο τους στον μπαχτσέ της. Έφαγε μερικά και τα υπόλοιπα τα έβαλε σ' ένα χαρτί και έφυγε χαρούμενη.
       Τη δεύτερη φορά, θα ήταν κατά το τριάντα οχτώ, δυο χρόνια, πάντως, μετά την πρώτη, δεν έβαλε μούρα στο χαρτί. Κάθισε και τα έφαγε ένα ένα στο κατώφλι. Φαίνεται πως ο σπόρος απ' τα προηγούμενα είχε αποδώσει, αλλά για να δώσει και μούρα έπρεπε, βέβαια, να περάσουν χρόνια. Το δέντρο αυτό, όπως όλα τα δέντρα που μεγαλώνουν σιγά, ζει πολλά χρόνια και αργεί να καρπίσει.
       Η γυναίκα ξαναφάνηκε και τον επόμενο χρόνο, λίγο πριν απ' τον πόλεμο. Όμως τη φορά αυτή της προσφέραμε νερό απ' τη βρύση. Αρνήθηκε να πιει το νερό. Μόλις το έφερε στο στόμα, μας κοίταξε στα μάτια και μας έδωσε πίσω το γεμάτο ποτήρι. Επειδή την είδαμε ταραγμένη, θελήσαμε να της εξηγήσουμε. Ο σιχαμένος σπιτονοικοκύρης μας είχε διοχετεύσει το βόθρο του σπιτιού στο βαθύ πηγάδι. "Τώρα που σας έφερα το νερό στις κουζίνες σας, δε σας χρειάζεται το πηγάδι", μας είχε πει. Η γυναίκα βούρκωσε, δε μας έδωσε όμως καμιά εξήγηση για την τόση λύπη της. Για να την παρηγορήσουμε της δώσαμε περισσότερα μούρα κι η γιαγιά μου της είπε κάτι που την έκανε να τιναχτεί: "Θα σου τα έβαζα σ' ένα κουτί, αλλά δε βαστάνε για μακριά". Και πράγματι είχαμε αρχίσει κάτι να υποπτευόμαστε. Την άλλη φορά είδαμε, πως μόλις έφυγε από μας, πήγε δίπλα στου Κεμάλ το σπίτι, όπου την περίμενε μια ομάδα από τούρκους προσκυνητές, που κοντοστέκονταν στο πεζοδρόμιο. Εμείς ως τότε θαρρούσαμε πως είναι καμιά τουρκομερίτισσα δικιά μας, απ' τις πάμπολλες εκείνες, που δεν ήξεραν λέξη ελληνικά, μια και η ανταλλαγή των πληθυσμών    είχε γίνει με βάση τη θρησκεία και όχι τη γλώσσα. Η αποκάλυψη αυτή στη αρχή μάς τάραξε. Δε μας έφτανε που είχαμε δίπλα μας του Κεμάλ το σπίτι, σα μια διαρκή υπενθύμιση της καταστροφής, θα είχαμε τώρα και τους τούρκους να μπερδουκλώνονται πάλι στα πόδια μας; Και τι ακριβώς ήθελε από μας αυτή η γυναίκα; Πάνω σ' αυτό δεν απαντήσαμε, κοιταχτήκαμε όμως βαθιά υποψιασμένοι. Και τα επόμενα λόγια μας έδειχναν πως η καρδιά μας ζεστάθηκε κάπως από συμπάθεια κι ελπίδα. Είχαμε κι εμείς αφήσει σπίτια και αμπελοχώραφα εκεί κάτω. http://images.yudu.com/item_files/489345/0c47de7c6/ioannou_tourkospita.mp3
      Η τουρκάλα ξαναφάνηκε λίγο μετά τον πόλεμο. Εμείς καθόμασταν πια σε άλλο σπίτι, λίγο παραπάνω, http://images.yudu.com/item_files/489699/0a2bf2f46/ioanou.mp3 όμως την είδαμε μια μέρα να κάθεται κατατσακισμένη στο κατώφλι του παλιού σπιτιού μας. http://images.yudu.com/item_files/489767/bcd46bcd2/ioannou_architektoniki.mp3 Ο πρώτος που την είδε, ήρθε μέσα και φώναξε: "η τουρκάλα!" Βγήκαμε στα παράθυρα και την κοιτάζαμε με συγκίνηση. Παραλίγο να την καλέσουμε απάνω στο σπίτι - τόσο μας είχε μαλακώσει την καρδιά η επίμονη νοσταλγία της. Όμως αυτή κοίταζε ακίνητη την κατάγυμνη αυλή και το έρημο σπίτι. Μια ιταλιάνικη μπόμπα είχε σαρώσει τη ντουτιά κι είχε ρημάξει το καλοκαμωμένο ξυλόδετο σπίτι, χωρίς να καταφέρει να το γκρεμίσει.
       Δεν την ξανάδαμε από τότε. Ήρθε - δεν ήρθε, άγνωστο. Άλλωστε και να 'ρχότανε δε θα 'βρισκε πια το κατώφλι με το αφράτο μάρμαρο για να ξαποστάσει. Το σπίτι είχε από καιρό παραδοθεί σε μια συμμορία εργολάβων και στη θέση του υψώθηκε μια πολυκατοικία απ' τις πιο φρικαλέες. Τώρα ετοιμάζονται να την γκρεμίσουν οι γελοίοι. Ποιος ξέρει τι μεγαλεπήβολο σχέδιο συνέλαβε πάλι το πονηρό μυαλό τους. 
       Αν γίνει αυτό, θα παραφυλάγω νύχτα μέρα, ιδίως όταν το σκάψιμο θα έχει φτάσει στα θεμέλια, κι ίσως μπορέσω να εμποδίσω ή τουλάχιστο να καθυστερήσω το χτίσιμο του νέου εξαμβλώματος. Την προηγούμενη φορά είχε βρεθεί εκεί στα βάθη ένα θαυμάσιο ψηφιδωτό, που άρχιζε απ' το οικόπεδο του δικού μας σπιτιού και συνεχιζόταν προς το σπίτι του Κεμάλ. Το ψηφιδωτό αυτό οι δασκαλεμένοι εργάτες το σκεπάσανε γρήγορα γρήγορα για να μην τους σταματήσουν οι αρμόδιοι. Πάντως, τις ώρες που το έβλεπε το φως του ήλιου, γίνονταν διάφορα σχόλια απ' την έκθαμβη γειτονιά. Όλοι μιλούσανε για την ομορφιά και την παλιά δόξα, μα ανάμεσα στα δυνατά λόγια και τις φωνές, άκουσα μια γρια να σιγολέει: «Στο σπίτι αυτό καθόταν ένας μπέης, που είχε μια κόρη σαν τα κρύα τα νερά. Κυλιόταν κάτω, όταν φεύγανε, φιλούσε το κατώφλι. Τέτοιο σπαραγμό δεν ματαείδα».

Από τη συλλογή διηγημάτων Η μόνη κληρονομιά (1974) του Γ. Ιωάννου


Βιβλιογραφία
  • "Γιώργος Ιωάννου, 1927-1985, Λόγος και Μνήμη", Aποθησαύρισμα: Γιώργος Αναστασιάδης UNIVERSITY STUDIO PRESS, Θεσσαλονίκη 2006 
  • Η Μεταπολεμική Πεζογραφία: Από τον πόλεμο του `40 ως τη δικτατορία του `67, τόμος Γ, εκδ. Σοκόλη, Αθήνα 1989 
  • Περιοδικό "Διαβάζω", τχ. 9, 1977 
  • Περιοδικό "Εντευκτήριο", τχ. 68, 2005
  • Περιοδικό "Φιλόλογος", τχ. 43, 1986
  • Τα αρχεία ήχου είναι αποσπάσματα από  την τελευταία ραδιοφωνική συνέντευξη του Γ. Ιωάννου στην Ν. Ξεράκη (28.1.1985). Το cd εμπεριέχεται στο βιβλίο  "Γιώργος Ιωάννου, 1927-1985, Λόγος και Μνήμη"

Πέμπτη 8 Μαρτίου 2012

«ΓΥΝΑΙΚΑ ΚΑΙ ΧΡΩΜΑ»



Διεθνής Ημέρα της Γυναίκας σήμερα και η Επιτροπή Λόγου και Τέχνης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων διοργανώνει κύκλο εκδηλώσεων από 8 Μαρτίου έως 17 Ιουνίου 2012,  με τον τίτλο

  "Γυναίκα και Χρώμα"

Στην εναρκτήρια εκδήλωση που θα γίνει σήμερα, στις 18:00 μ.μ. στο Συνεδριακό Κέντρο «Κάρολος Παπούλιας»,  ο Πρόεδρος της Επιτροπής Λόγου και Τέχνης Αντιπρύτανης κ. Βενετσάνος Μαυρέας θα εγκαινιάσει την  έκθεση έργων καλλιτεχνών και θεατρικού ενδύματος που φιλοξενείται στους χώρους υποδοχής ισογείου του Συνεδριακού Κέντρου. Επιπλέον, η εκδήλωση περιλαμβάνει:

κυκλική προβολή  αυτοσχέδιας συρραφής από ready made ταινιάκια, και 


μουσική παράσταση του Τμήματος Λαϊκής & Παραδοσιακής Μουσικής του ΤΕΙ Ηπείρου «Η Σμύρνη και η Σμυρνιά».

Η έκθεση θα παραμείνει ανοικτή από 8 έως 13 Μαρτίου 2012, ώρες 10:00 - 13:00 και 18:00 - 20:00. 

Η Πρόσκληση - Πρόγραμμα της Εναρκτήριας Εκδήλωσης
Το πλήρες πρόγραμμα των εκδηλώσεων (8 Μαρ. - 17 Ιουν. 2012) 

Πηγή

Παρασκευή 2 Μαρτίου 2012

"Μου πήραν τον ήλιο μου αλλά εγώ θα τον βρω", Ν. Βρεττάκος

"2012, Έτος Νικηφόρου Βρεττάκου" 

Το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου δημιούργησε ιστότοπο για τον Βρεττάκο, επικεντρώνοντας στον άνθρωπο και το έργο του. Επίκειται και η ψηφιοποίηση υλικού από το Αρχείο Νικηφόρου Βρεττάκου, το οποίο διαχειρίζεται η Βιβλιοθήκη Σπάρτης και θα δημοσιευθεί σε ειδικό κόμβο. Θα υπάρχει σύνδεση με τον αντίστοιχο ιστότοπο του ΕΚΕΒΙ.
Το πρωί της Κυριακής 4 Αυγούστου 1991, o ποιητής Νικηφόρος Βρεττάκος άφησε την τελευταία του πνοή στην Πλούμιτσα.

 ΤΟ ΠΟΤΑΜΙ ΜΠΥΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΕΦΤΑ ΕΛΕΓΕΙΑ

Τα εφτά ελεγεία

6
 Έγραψε τη ζωή του στο χαρτί και την παράδοσε στο δικαστήριο.
Ο χρόνος δεν αρνιέται βλέπετε να παραλάβει τίποτα.
Τα πιο πολλά τα εξαφανίζει, μερικά κρατά,
τα μελετάει με προσοχή, τα κοσκινίζει.
Κατόπιν αποφαίνεται. Δεν ξέρει από τα πριν
κανένας πως θα τον δεχτεί -αν τον δεχτεί- κατήγορο,
μάρτυρα ή κατηγορούμενο. Πάντως, αυτός, τελείωσε.
Έγραψε τη ζωή του στο χαρτί και υπόγραψε. Μετά
κοίταξε μια τη θάλασσα μια τα βουνά του κι έφυγε
να πάει να βρει ένα ήσυχο μέρος να κοιμηθεί.

7

Σαν ένα κύμα ξεσκισμένο σε υψηλά
βράχια η ψυχή μου, έλαμψε
για μια στιγμή. Μετά,
στη θέση της έγινε νύχτα.

ΠΑΛΕΡΜΟ 1972