το ιστολόγιο της Στάμου Ευαγγελίας, φιλολόγου, επιμορφώτριας ΤΠΕ
Photo Album: Άγγελου Καλογερίδη

Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2010

Λαογραφικός θησαυρός στο "Αμάρτημα της μητρός μου"

Απόσπασμα από το άρθρο του Γιάννη Β. Κωβαίου με τίτλο "Λαογραφικός θησαυρός στην πεζογραφία του Βιζυηνού". Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Τετράδια "Ευθύνης", τ. 29, 1988. Ο τόμος ήταν αφιερωμένος στον Γεώργιο Βιζυηνό, για τα 140 χρόνια από τη γέννησή του.

(Ευχαριστώ θερμά τον κ. Κωβαίο που με μεγάλη προθυμία δέχτηκε να το αναδημοσιεύσω στο ιστολόγιό μου).

"Από το Αμάρτημα της μητρός μου μαθαίνουμε τις λαϊκές αντιλήψεις για την έκβαση μιας αρρώστιας. Αν αυτή δεν υποχωρήσει με τα πρακτικά γιατροσόφια ή δεν επιφέρει το θάνατο, αλλά χρονίσει, τότε αποδίδεται σε υπερφυσικές αιτίες και χαρακτηρίζεται ξωτικό. Ίσως λ.χ. ο άρρωστος να πέρασε νύχτα ποτάμι, την ώρα που οι Νηρηίδες τελούσαν αόρατες τα όργιά τους, ή να δρασκέλισε μαύρο γάτο, που ήταν ο "έξω από `δω" μεταμορφωμένος.
Την ιεροτελεστία επίκλησης της ψυχής ενός πεθαμένου προσφιλούς προσώπου περιγράφει σε άλλο σημείο ο Β. Δίπλα από τον ασθενή τοποθετούν μία ενδυμασία του πεθαμένου και στα δεξιά ένα σκαμνί καλυμμένο με μαύρο ύφασμα, πάνω στο οποίο ακουμπούν ένα δοχείο γεμάτο νερό και δύο αναμμένες λαμπάδες. Η γυναίκα που πρωτοστατεί στο τελετουργικό θυμιάζει τα αντικείμενα αυτά παρακολουθώντας με προσοχή την επιφάνεια του νερού. Αν εκείνη τη στιγμή εμφανισθεί πάνω από το δοχείο μία χρυσαλίδα, που θα ακουμπήσει ελαφρώς στην επιφάνεια του νερού, αυτό σημαίνει ότι πέρασε η ψυχή του νεκρού υπό μορφήν χρυσαλίδας και οι οικείοι του πίνουν από το νερό αυτό επικοινωνώντας έτσι με τον πεθαμένο. Από το ίδιο νερό δίνουν και στον άρρωστο, τον οποίο ή θα γιατρέψει ή θα απαλλάξει από τη ζωή, καθώς η ψυχή του θα συνοδεύσει την ψυχή του νεκρού.
Πολύτιμες πληροφορίες για το εθιμικό της υιοθεσίας μας παρέχει ο Β. στο ίδιο έργο. Η παράδοση του παιδιού από τους φυσικούς γονείς στους θετούς γίνεται σε επίσημη τελετή στην εκκλησία μετά το τέλος της λειτουργίας. Ο θετός γονιός παραλαμβάνει το παιδί από τα χέρια του ιερέα και δίνει δημόσια υπόσχεση ότι θα το αναθρέψει σαν δικό του παιδί. Ακολουθεί πομπή προς το νέο σπίτι του παιδιού με επικεφαλής τον "πρωτόγερο" του χωριού, ο οποίος φτάνοντας στο κατώφλι σηκώνει ψηλά το θετό και ρωτάει τους παρισταμένους αν κανείς τους είναι πιο οικείο πρόσωπο του παιδιού από τους νέους γονείς. Αν δεν ακουστεί απόκριση, οι φυσικοί του γονείς το ασπάζονται για τελευταία φορά και αποσύρονται".

Σημείωση: Οι εικόνες με τα σκίτσα του Γ. Μανουσάκη προέρχονται από τον ίδιο τόμο του περιοδικού.

Πέμπτη 28 Οκτωβρίου 2010

Το γράμμα της Μαριάνας

Η Μαριάνα είναι μαθήτρια της Β΄ Λυκείου. Άκουσε το γράμμα από το μέτωπο της Μαρινέλλας και στη χθεσινή σχολική γιορτή διάβασε με έναν δικό της, μοναδικό τρόπο, ένα γράμμα από το μέτωπο που η ίδια έγραψε.

Ακούστε την.
Αγαπημένη μου,

Σου γράφω από το μέτωπο. Ντύθηκα τη στολή του ανθυπολοχαγού. Ανεβαίνουμε τα τρομαχτικά φαράγγια της Πίνδου. Είναι νύχτα. Αυτή την ώρα μπορώ και συλλογιέμαι. Είναι η ώρα που σε σκέφτομαι. Μέσα σ` αυτή την αναταραχή, σε σκέφτομαι. Το κρύο είναι ανυπόφορο, αλλά μη σε νοιάζει για μένα. Είμαι καλά.

Τα όνειρά μας, τα όνειρά μας αγαπημένη μου συντρίφτηκαν από τον πόλεμο. Βόμβες και οβίδες πέφτουν γύρω μας. Φωτιά, απέραντη φωτιά. Ομίχλη ανεβαίνει από τα χαλάσματα. Παντού ερείπια και θάνατος. Ένας ανθυπολοχαγός δίπλα μου έχει μια τρύπα ανάμεσα στα φρύδια του. Ανεβαίνει τώρα στον Παράδεισο. Θα έφτασε κιόλας στις αγκαλιές των άστρων.

Τα γένια μου μεγαλώνουν ολοένα. Οι ψείρες έγιναν αφόρητες. Προχθές τη νύχτα πέρασα από ένα μονοπάτι που κουβαλούσαν βαριά τραυματισμένους. Πόνος και βογκητά γύρω μου. Αβάσταχτος πόνος. Δεν μπορεί, σκέφτομαι. Δεν μπορεί να συμβαίνουν όλα αυτά. Μα, μην ανησυχείς. Είμαι καλά.

Περνάμε άγριες μέρες αγαπημένη μου, γεμάτες χιόνια, εκρήξεις και ομοβροντίες. Νομίζω πως ο κόσμος τελειώνει εδώ. Ακούω τα σύννεφα. Γίνονται λύκαινες που ουρλιάζουν. Λέω, θα περάσει κι αυτή η καταιγίδα. Ο πόλεμος είναι μαύρος καλή μου. Είναι κόλαση και φωτιά. Ακούγονται πυροβολισμοί γύρω μου. Φοβάμαι.

Προχωρούμε. Συνέχεια προχωρούμε. Προχωρούμε ενωμένοι. Θα νικήσουμε. Πάντα νικάει το δίκιο. Θα έρθει μια μέρα το φως. Αύριο, αύριο, αύριο το Πάσχα του Θεού. Κι αν μέχρι τότε θα έχω πεθάνει, να είσαι καλά.



Τρίτη 26 Οκτωβρίου 2010

Πού να βρω την ψυχή μου * το τετράφυλλο δάκρυ!

Άξιον Εστί, Τα Πάθη, άσμα ε΄

Με το λύχνο του άστρου * στους ουρανούς εβγήκα
Στο αγιάζι των λειμώνων * στη μόνη ακτή του κόσμου
Πού να βρω την ψυχή μου * το τετράφυλλο δάκρυ!

"Στους ουρανούς εβγήκα", ζητώντας την εξ` ύψους παρηγορία. "Στο αγιάζι των λειμώνων * στη μόνη ακτή του κόσμου". Στις αντίξοες περιστάσεις, σε χαλεπούς καιρούς, στο μοναδικό καταφύγιο των απελπισμένων (η λέξη αγιάζι είναι τουρκική ayaz -ι). Πού να βρω την ψυχική δύναμη ν` αντέξω.

Οδηγέ των ακτίνων * και των κοιτώνων Μάγε
Αγύρτη που γνωρίζεις * το μέλλον μίλησέ μου
Πού να βρω την ψυχή μου * το τετράφυλλο δάκρυ!

Ρωτάει το φεγγάρι να του προφητεύσει πότε θα τελειώσουν τα βάσανα. Οι νύχτες των παθών είναι ατελείωτες. Μέσα σ` αυτό το τοπίο απόγνωσης, ο ποιητής ψάχνει να βρει το σπάνιο πράγμα που θα του δώσει το σθένος ν` αντέξει. Είναι το αληθινό του πρόσωπο, το χρέος του.


Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2010

Το Γιωργί που δεν έγινε Γοργίας αλλά Γεώργιος Μ. Βιζυηνός

Γεώργιος Βιζυηνός
(το Γιωργί της Μιχαλιέσας όπως τον φώναζαν στο χωριό του όταν ήταν μικρός).

Γεννημένος στη Βιζύη (Βιζώ ή Βίζα) της Ανατολικής Θράκης, μέσα σε μια άτυχη οικογένεια, στη στέρηση του πατέρα και στη φτώχεια, γνώρισε από πολύ νωρίς την ανασφάλεια και τα παρεπόμενά της.

«Στο δημοτικό σχολείο της Βιζώς όπου φοίτησε "μετά πολλών διακοπών", όπως αναφέρει ο ίδιος, κάποιος "σχολαστικός" δάσκαλος κολλά στους μαθητές του αρχαιοελληνικά ονόματα και ταυτόχρονα τους μαθαίνει να λένε τη μηλιά "μηλέα".

"Αλλά έλα τώρα που ήρχισε μια τρομερή διαμάχη μεταξύ της μηλιάς και της μηλέας εντός της κεφαλής μου! Το πράγμα ημπορεί να φαίνεται παράξενον, να φαίνεται αστείον, αλλ` εγώ δεν χωρατεύω".

Ωστόσο το Γιωργί της Μιχαλιέσας μπορεί να μην έγινε Γοργίας, όπως το ήθελε ο δάσκαλος της Βιζώς , έγινε όμως Γεώργιος Μ. Βιζυηνός, όπως το ήθελε η ψυχή του, κι ας απορούσε αργότερα η μάνα του: Ο νουνός του το βάφτισε Γιωργί, και πατέρας του ήτανε ο Μιχαλιός ο πραματευτής, ο άνδρας μου. Μα κείνο, ακούς, επρόκοψε και πήρεν ένα όνομα από τα περιγραμμάτου. Και τώρα, σαν το γράφουνε μες σταις εφημερίδες, δεν ηξεύρω κι εγώ η ίδια, το παιδί μου είναι μαθές που λένε, ή κανένας φράγκος!»
Γ. Μ. Βιζυηνός, Νεοελληνικά Διηγήματα, Επιμέλεια Παν. Μουλλάς

Από δέκα χρονών ο Βιζυηνός μετακινείται από τη Βιζώ στην Πόλη, από την Πόλη στην Κύπρο, από την Κύπρο ξανά στην Πόλη και τέλος από την Πόλη στην Αθήνα.



Μικρό μικρό μ` ορφάνεψε η αλύπητή μου μοίρα,
μικρό μικρό της ξενητειάς το μονοπάτι πήρα.
(Νοσταλγία)

Τον Οκτώβριο του 1875 βρίσκεται στο Γκαίτιγκεν της Γερμανίας για να σπουδάσει φιλοσοφία. Από το Γκαίτιγκεν μετακινείται στη Λειψία, στην Αθήνα, στο Παρίσι. Στις αρχές του 1883 βρίσκεται στο Λονδίνο. Εκεί πρέπει να έγραψε το πρώτο του διήγημα, Το αμάρτημα της μητρός μου, που δημοσιεύεται πρώτα μεταφρασμένο στα γαλλικά στη Nouvelle Revue και μετά στο περιοδικό Εστία σε δύο συνέχειες, (10 Απριλίου 1883 και 17 Απριλίου 1883).
Επιστρέφοντας στην Αθήνα με "πλούσιον και βαρύν σάκκον ποιητικόν", είναι πια ο αναγνωρισμένος νεοέλληνας ποιητής και πεζογράφος. Γράφει τη διατριβή του "Η φιλοσοφία του καλού παρά Πλωτίνω" και το 1885 γίνεται υφηγητής στη Φιλοσοφική Σχολή. Συγχρόνως, για να εξοικονομεί τα αναγκαία για τη ζωή του, διδάσκει στα γυμνάσια Ψυχολογία, Λογική και Φιλοσοφία, αλλά ξαφνικά απολύεται χωρίς λόγο. "Η Ελλάς δεν ευρίσκει άρτον δια τον Βιζυηνόν, απορρίπτει μετά περιφρονήσεως τας πολυτίμους γνώσεις του".

" Όλοι οι μαθηταί εκκρέμοντο κυριολεκτικώς από τα χείλη του όταν μας παρέδιδε. [...] Ο Βιζυηνός διδάσκων ψυχολογίαν μας μετέφερε σε κόσμους ουρανίους, μας άνοιγε το μυαλό, μας εφώτιζε την σκέψι, μας κεντούσε τη φαντασία, μας ακόνιζε την κρίσι, μας ετόνωνε τον συλλογισμό[...] Είχε το χάρισμα του λόγου. Ήτο μεταδοτικός, ευφράδης, τερπνός, συναρπαστικός. Εσαγήνευε, εγοήτευε, συνεκίνει".
(Μαρτυρία Στέφ. Στεφάνου από το βιβλίο του Βαγγ. Αθανασόπουλου, Οι μύθοι της ζωής και του έργου του Γ. Βιζυηνού.)

Ο Βιζυηνός όμως, όπως έγραψε ο Παλαμάς, "έμεινε στο μέσο του δρόμου του", πέθανε νέος. Μια αρρώστια, που ήταν μάλλον παλιό κατάλοιπο κάποιας άτυχης ερωτικής επαφής κατά τη διαμονή του στη Γερμανία, αρχίζει να τον βασανίζει. Παρά τη θεραπεία που έκανε πηγαίνοντας στα λουτρά στο Gastein στις Κεντρικές Άλπεις της Αυστρίας, η υγεία του δεν βελτιώθηκε. Βρίσκεται σε μια παραφορά. Μέσα απ` αυτή την παραφορά ξύπνησε και ο έρωτας του για τη νεαρή Μπετίνα Φραβασίλη. "Μικροσκοπική αλλά γλυκυτάτη" η Μπετίνα, με την αιθέρια ομορφιά, τις ευαισθησίες και την πνευματικότητα που εξέπεμπε, ενέπνευσε τον κορυφαίο ζωγράφο Νικηφόρο Λύτρα. Η ελαιογραφία του δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Ποικίλη Στοά.
Και από τότε που θρηνώ
το ξανθό και γαλανό
και ουράνιο φως μου,
μετεβλήθη εντός μου
και ο ρυθμός του κόσμου...
(στίχοι φρενοκομείου)

Ο Γ. Βιζυηνός πέθανε στις 15 Απριλίου του 1896, στο Δρομοκαΐτειο φρενοκομείο όπου έμεινε έγκλειστος τέσσερα χρόνια, "συνεπεία μαρασμού, τελευταία περίοδος προϊούσης γενικής παραλύσεως". Η μάνα του, η οποία "έμεινε ορφανεμένη απ` όλα της τα παιδιά", το μόνο που μπορούσε πια να κάνει ήταν να τα θυμάται και να κλαίει. Από το πολύ το κλάμα άρχισε σιγά - σιγά να χάνει το φως της, μέχρι που τυφλώθηκε εντελώς. Έζησε τυφλή δώδεκα χρόνια κοντά στη νύφη της, τη χήρα του μικρότερου γιού της, του Μιχαήλου και πέθανε το 1907, δεκαπέντε χρόνια μετά την παραφροσύνη του Γιωργή της και το θάνατο του Μιχαήλου της.

Βιβλιογραφία:
Γ. M. Βιζυηνός ς, Νεοελληνικά Διηγήματα, επιμέλεια Παν. Μουλλάς, Αθήνα 1986.
Αθανασόπουλος, Β., Οι μύθοι της ζωής και του έργου του Γ. Βιζυηνού, Αθήνα 1992, Καρδαμίτσα.


Το πολύ όμορφο βίντεο είναι δωρεά από τον Διονύση.

Δευτέρα 18 Οκτωβρίου 2010

Σαν σήμερα

Τον Οκτώβριο του 1963 είχε απονεμηθεί για πρώτη φορά σε Έλληνα δημιουργό, στο Γιώργο Σεφέρη, το βραβείο νόμπελ λογοτεχνίας. Δεκαέξι χρόνια αργότερα, στις 18 Οκτωβρίου του 1979 ο ραψωδός του Αιγαίου, ο Οδυσσέας Ελύτης, τιμήθηκε με την ύψιστη παγκόσμια λογοτεχνική διάκριση για το έργο του.

Την επαύριο της ανακοίνωσης της απονομής του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας στον Οδυσσέα Ελύτη, ο ποιητής παραχώρησε συνέντευξη Τύπου στο ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία». Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, ο Ο. Ελύτης εξέφρασε τις ευχαριστίες του προς τους εκπροσώπους του Τύπου για τον τρόπο με τον οποίο προέβαλαν τη βράβευσή του. Ταυτόχρονα, ευχαρίστησε και ολόκληρο τον ελληνικό λαό για τη θερμή υποδοχή που επεφύλαξαν στη βράβευσή του, ενώ έκανε αναφορά και στον Γιώργο Σεφέρη, ο οποίος υπήρξε ο πρώτος Έλληνας που βραβεύθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.

Η συνέντεξη του Ο. Ελύτη στο Εθνικό οπτικοακουστικό αρχείο.


"Είναι ανοιχτή για τον καθένα μας η ιδιωτική του οδός. Κι όμως, την ακολουθούν ελάχιστοι. Μερικοί, μόνον όταν συμβεί μία ή δύο φορές στη ζωή τους να είναι ερωτευμένοι. Κι οι υπόλοιποι ποτέ. Είναι αυτοί που αποχωρούν μια μέρα από τη ζωή χωρίς να έχουν πάρει καν είδηση τι τους συνέβη. Και είναι κρίμας. Είναι κρίμας αυτός ο ισόβιος εγκλεισμός στην κιβωτό της Ανάγκης, με καθηλωμένες τις αισθήσεις σε υπηρετικό επίπεδο. Και να `φταιγε μόνον η έλλειψη παιδείας;"
Οδυσσέας Ελύτης, Ιδιωτική Οδός

Δευτέρα 11 Οκτωβρίου 2010

Ήταν εντύπωση ανεκδιήγητη, οποίαν κανείς ίσως δεν εδοκίμασε, ειμή ο πρώτος άνθρωπος...

Aλλά το πλέξιμ’ άργουνε, και μου τ’ αποκοιμούσε
Ηχός, γλυκύτατος ηχός, οπού με προβοδούσε.

Aν είν’ δεν ήξερα κοντά, αν έρχονται από πέρα·
Σαν του Mαϊού τες ευωδιές γιομίζαν τον αέρα,
Γλυκύτατοι, ανεκδιήγητοι . . . . . . .

Τί είναι λοιπόν αυτοί οι ανεκδιήγητοι ήχοι που ακούει ο Κρητικός;
Ο ίδιος ο ποιητής μας περιγράφει στα αυτόγραφά του τι δεν είναι.

"Δεν είναι πουλί ούτε όργανο ούτε φωνή, και ίσως εκείνος ο ήχος δεν υπάρχει στη γη. Μια γλυκύτητα που μεθάει το νου, όπως ίσως ο Παράδεισος. Όπως ο έρωτας. Όπως ο θάνατος".
(ΑΕ359Α 6-19)

"Ήταν ήχοι άναρθροι που ήταν αδύνατο ν` ακουστούν και απίστευτης εντύπωσης. Ίσως δεν υπάρχουν στη γη, ίσως δεν τους αισθάνθηκε ποτέ κανένας, εκτός ίσως από τον πρώτο άνθρωπο [...]"
(ΑΕ 362Α 1-4)

Starry Night Over the Rhone

Ολοκληρώνοντας τη διδασκαλία του Κρητικού στην τάξη και τις αναρτήσεις μου στο blog, θα ήθελα να κρατήσω σ` αυτόν εδώ το χώρο κάποια κείμενα από το βιβλίο του Καθηγητή κ. Δ. Μαρωνίτη, "Οι εποχές του Κρητικού". Νομίζω ότι είναι ένα από τα καλύτερα βιβλία που διάβασα από την προτεινόμενη βιβλιογραφία για τον Κρητικό.

Καθώς περνά ο ήρωας από το ένα σκαλοπάτι στο άλλο, φυραίνει κι ερημώνει το κορμί του αλλά οξύνονται η όραση κι η ακοή του και η φωνή του στο τέλος γίνεται έναρθρη μουσική. Αυτή είναι η σκάλα που οδηγεί στην ποίηση.
Την ίδια σκάλα ανεβαίνει αργότερα κι ένας απόγονος του Κρητικού, ο νέος του Πόρφυρα:

Κι ευθύς ξυπνά στ` ελεύθερο γυμνό κορμί που αστράφτει
Την τέχνη του κολυμπιστή μ` αυτή του πολεμάρχου.

Πριν πάψ’ η μεγαλόψυχη πνοή χαρά γεμίζει·
άστραψε φως κ’ εγνώρισεν ο νιος τον εαυτό του.


Την ίδια σκάλα είχε ανέβει κι ένας πανάρχαιος πρόγονος του Κρητικού: ο Οδυσσέας. Αφού οι δοκιμασίες είχαν οργώσει το πετσί του, λίγο πριν από το νόστο του έγινε κι αυτός -σαν τον Κρητικό- αφηγητής, δηλαδή ποιητής. Χρόνια πολλά πολέμησε μ` όπλα κι ανθρώπους, έχασε τους συντρόφους του και παραλίγο το όνομα και το πρόσωπό του. Προτού γείρει το κορμί του, να κοιμηθεί στην όχθη των Φαιάκων, χρειάστηκε μια τελευταία φορά να δοκιμάσει την αντοχή του σ` έναν αγώνα όχι πια με κύκλωπες και με σειρήνες, αλλά με το φουσκωμένο κι αγριεμένο σώμα της φύσης, το πέλαγος. Κι όταν ήρθε η ώρα να ξαναγίνει από άγριο ζώο πάλι άνθρωπος, ξύπνησε από το τραγούδι της Ναυσικάς, μιας κόρης με κορμί ανάερο, που ο ήρωας το είδε να ψηλώνει μπρος στα μάτια του σαν έρνος φοινικιάς.

Η ποίηση δεν είναι, όπως νομίζουν μερικοί, ανέξοδη: για να
περάσει στην ψυχή μας, τρώει το κορμί μας. Σ` αντάλ-
λαγμα μας φανερώνει τις άδηλες αναλογίες του κό-

σμου -του σημερινού κόσμου, εννοώ. Μας οδη-
γεί μέσα από το αγεωμέτρητο χάος, στη
γεωμετρία της ζωής, που είναι η απο-
φασισμένη μοίρα του ανθρώπου.


Σ` αυτήν εδώ τη γη, μεγάλη παρηγοριά είναι το τραγούδι...


Δευτέρα 4 Οκτωβρίου 2010

"καταπώς στέκει στο βοριά η πετροκαλαμήθρα"

Η ανάρτηση αφιερώνεται στη Μαρία, που την παίδεψε ο στίχος και το σχόλιο του βιβλίου.

Tέλος σ’ εμέ που βρίσκομουν ομπρός της μες στα ρείθρα,
καταπώς στέκει στο Bοριά η πετροκαλαμήθρα...
(Διονύσιος Σολωμός, Ο Κρητικός)

Πετροκαλαμήθρα. Ένα δίσημο μοτίβο. Μαγνητική βελόνα ή αλεξικέραυνο;

Ξέρουμε από τα λεξικά ότι πετροκαλαμήθρα είναι η μαγνητική βελόνα και ότι έτσι λεγόταν από τους ναυτικούς της Μεσογείου η πρωτόγονη πυξίδα, η οποία ήταν σταθερά στραμμένη προς το Βορρά για να τούς δείχνει τη γωνία πλεύσης.
Η λέξη είναι αντιδάνειο. "Καλαμίτις" στα ελληνικά, "calamita" στα λατινικά, "petra calamita" στα βενετικά και ιταλικά, "πετροκαλαμήθρα" θα έμεινε στα Επτάνησα από τη βενετική κατάκτηση.
Στα αυτόγραφα έργα του Σολωμού υπάρχουν οκτώ παραλλαγές του στίχου:
  1. ωσάν βοριάς αυτή κι εγώ σαν πετροκαλαμήθρα
  2. ως σέρνεται από το βοριά η πετροκαλ[αμήθρα]
  3. καταπώς στέκει στο βοριά η πετροκαλαμήθρα
  4. βοριάς αυτή [κι εγώ] η πετροκαλαμήθρα
  5. μνέσκω σαν κατά το βοριά η πετροκαλαμήθρα
  6. έμεινα σαν εις το βοριά η πετροκαλαμήθρα
  7. καταπώς στρίβει στο βοριά η πετροκαλαμήθρα
  8. εγώ το σίδερο κι αυτή η πετροκαλαμήθρα
Στις πρώτες επτά παραλλαγές ο ήρωας "[στημένος] μές στα ρείθρα" μνέσκει ή στέκεται, κρέμεται ή στρίβει ή σέρνεται προς τη Φεγγαροντυμένη, όπως ακριβώς η πετροκαλαμήθρα στρέφεται προς το Βορρά. Αυτή γίνεται για τον ήρωα ο μαγνητικός του πόλος. Σ` αυτήν απευθύνεται εκθέτοντας την προσωπική και οικογενειακή του τραγωδία και αυτήν εκλιπαρεί για να βοηθήσει την "καλή" του.
Στην όγδοη και τελευταία παραλλαγή του στίχου,

εγώ το σίδερο κι αυτή η πετροκαλαμήθρα

το μοτίβο αποκτά μια νέα σημασία. Προσδιορίζεται με την έννοια του αλεξικέραυνου και όχι της πυξίδας. Οι διαφορές αυτής της τελευταίας εκδοχής από τις προηγούμενες είναι ότι:
  • λείπει εντελώς η μνεία του "βοριά", άρα υποχωρεί από την αντίληψή μας η εικόνα της μαγνητικής βελόνας,
  • πετροκαλαμήθρα πλέον εδώ δεν είναι ο Κρητικός αλλά η Φεγγαροντυμένη. "Ο Κρητικός είναι το "σίδερο" που διαμεσολαβεί για να κινήσει την ενέργεια της "πετροκαλαμήθρας" ως αλεξικέραυνου και έτσι να εκτονώσει και να απομακρύνει το κεραυνοβόλημα, ας υποθέσουμε, από την "καλή" του".
Η άποψη αυτή στηρίζεται στο γεγονός ότι η λέξη πετροκαλαμήθρα είναι γνωστή στους Επτανήσιους και κυρίως στους Κερκυραίους με την έννοια του αλεξικέραυνου. Π.χ. η πετροκαλαμήθρα του παπά επάνω στο κωδωνοστάσι ή η πετροκαλαμήθρα του άρχοντα στην κορυφή του πύργου. Μια τέτοια πετροκαλαμήθρα θα παρατηρούσε, υποθέτουμε και ο Σολωμός και έφτασε στην τελική 8η παραλλαγή του στίχου.

"Για έναν ποιητή που εσαεί δομεί και αποδομεί και μετατοπίζει διαρκώς τις πρώτες ύλες του, τα αρχέτυπά τους χύνονται και καμινεύονται και πάλι εκεί όπου λάμπει στα υπόρρητα της ύπαρξης η βάτος η φλεγόμενη αλλά μη καιόμενη της έμπνευσης".

Μ` αυτά τα λόγια τελειώνει το άρθρο του Γιάννη Δάλλα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ με τίτλο "Εγώ το σίδερο κι αυτή η πετροκαλαμήθρα". Από το άρθρο αυτό προέρχονται και οι πληροφορίες της ανάρτησης.

H εικόνα της ανάρτησης είναι δική μου σύνθεση με δύο εικαστικές δημιουργίες από την έκθεση "πάντ` ανοιχτά, πάντ` άγρυπνα τα μάτια της ψυχής μου".